Η ακαταπόνητη* Σοφία Φιλιππίδου, που εδώ και εικοσιπέντε χρόνια πειραματίζεται με ομάδες, φτιάχνοντας χειροποίητες παραστάσεις, μετά το τέλος των Σεμιναρίων Θεατρικής Παιδείας 2023-24, που οργανώνει στο μαγαζάκι της τ3χνης, ετοίμασε με τους μαθητές της και παρουσιάζει, τη νέα της δουλειά, πάνω στην αριστουργηματική νουβέλα του μεγάλου Αμερικανού συγγραφέα Χέρμαν Μέλβιλ «Μπάρτλεμπυ ο γραφιάς» σε μετάφραση Μένη Κουμανταρέα και διασκευή/δραματουργική επεξεργασία δική της.
Ο Μπάρτλεμπυ ο γραφιάς, που είναι υπάλληλος, ενός δικηγορικού γραφείου στη Γουόλ Στριτ του 19 αιώνα, είναι η παράξενη κωμική, φευγάτη ιστορία ενός λιγνού, χλωμού, μοναχικού, ήρεμου και ανυπάκουου άντρα, που βρήκε τη συνταγή για να τρελάνει τους πάντες!
Τι εκφράζει άραγε η παράλογη ιστορία του Μπάρτλεμπυ που «προτιμά να μην»;
Την ιδέα της πολιτικής ανυπακοής, την ειρηνική επανάσταση ή την παθητική αντίσταση που εξέφρασε περίπου την ίδια εκείνη εποχή ο συμπατριώτης του και ακτιβιστής Χένρι Ντέηβιντ Θόρω. Μήπως είναι η εικόνα του ίδιου του Χέρμαν Μέλβιλ και κάθε συγγραφέα, που βρίσκεται μπροστά στο δίλημμα: να συνεχίσει να γράφει, προσπαθώντας να ικανοποιήσει το κοινό του ή να ακολουθήσει τον προσωπικό του δρόμο, μακριά από τη δημοφιλία και την επιτυχία;
Μπορεί ίσως ο αινιγματικός Μπάρτλεμπυ να είναι ένας άνθρωπος δίχως ιδιότητες, απ’ αυτούς που έχει πολλούς να επιδείξει ο εικοστός αιώνας: Ένας ήρωας του Κάφκα, μια μορφή από τα τελευταία έργα του Μπέκετ ή από τα μυθιστορήματα του Σκαρίμπα και τα θεατρικά έργα του Ιονέσκο;
Λίγα λόγια για την υπόθεση του έργου
Ένας αξιοσέβαστος και επιτυχημένος δικηγόρος, προσλαμβάνει τον Μπάρτλεμπυ ως γραφιά, ενώ απασχολεί ήδη στο γραφείο του, στη Γουόλ Στριτ, δύο άλλους γραφιάδες και έναν μικρό για όλες τις δουλειές. Ο Μπάρτλεμπυ, κατά αρχάς, σαν ένας άνθρωπος λιμασμένος από καιρό γι’ αντιγραφή, καταπίνει λαίμαργα τα έγγραφα. Νύχτα και μέρα δε σηκώνει κεφάλι, αντιγράφοντας με το φως της μέρας και κάτω από το φως των κεριών, όταν όμως μια μέρα ο εργοδότης του δικηγόρος του ζητάει να τον βοηθήσει στην αντιπαραβολή ενός εγγράφου, εκείνος αρνείται ευγενικά με την απλή φράση «θα προτιμούσα όχι» (“I would prefer not to”).
Σταδιακά με την παράδοξη ανοχή του εργοδότη, που αδυνατεί να αντιδράσει, ο Μπάρτλεμπυ «πελιδνά άμεμπτος, θλιβερά σεβαστός, αθεράπευτα μόνος», θα εγκατασταθεί μόνιμα στο δικηγορικό γραφείο χωρίς να προσφέρει καμία υπηρεσία, χωρίς να μιλάει σχεδόν καθόλου, χωρίς καλά-καλά να τρώει. Ο δικηγόρος, παλινδρομώντας μεταξύ οργής και ευσπλαχνίας, λογικής και συναισθήματος, δεν θα καταφέρει ποτέ να τον απομακρύνει από εκεί, αντιθέτως θα μετακομίσει ο ίδιος το γραφείο του σε άλλο κτίριο αφήνοντας τον Μπάρτλεμπυ στη μοίρα του, την οποία πληροφορούμαστε στο τέλος του έργου.
Δημοσιευμένο ανώνυμα, το 1853 σε δυο συνέχειες σ’ ένα περιοδικό το διήγημα του διάσημου Αμερικανού συγγραφέα Χέρμαν Μέλβιλ περιλήφθηκε σε μια συλλογή διηγημάτων του, που εκδόθηκε το 1856. Σήμερα κατατάσσεται ανάμεσα στα κορυφαία δείγματα του αμερικάνικου διηγήματος κι έχει εκτιμηθεί ως προάγγελος της λογοτεχνίας του Παράλογου.
Ο «Μπάρτλεμπυ ο γραφιάς, μια ιστορία της Γουόλ Στριτ» έχει μεταφερθεί τουλάχιστον τέσσερις φορές στον κινηματογράφο αλλά και στο θέατρο, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Γαλλία. Το 1961 πάνω στο διήγημα αυτό οι Γουίλιαμ Φλάναγκαν και Τζέιμς Χίντον συνέθεσαν μια μονόπρακτη όπερα σελιμπρέτο του Έντουαρντ Άλμπι.
Η μετάφραση του Μένη Κουμανταρέα πρωτοκυκλοφόρησε το 1984 απ’ τις Εκδόσεις «Οδυσσέας» με τον τίτλο «Μπάρτλεμπυ, ο γραφιάς κι άλλες τρεις ιστορίες». Αναθεωρημένη εκδίδεται από τον Καστανιώτη το 2010 σε βιβλίο με τον τίτλο «Τρεις απόκληροι. Μπάρτλεμπυ, ο γραφιάς – Ο βιολιστής– Τζίμυ Ρόουζ».
Σημείωμα σκηνοθέτη
Αισθάνομαι πολύ τυχερή που το 2010 ανακάλυψα τη «διάσημη» και μυστηριώδη νουβέλα του Χέρμαν Μέλβιλ «Μπάρτλεμπυ ο γραφιάς» (στην παρουσίαση του βιβλίου στην Ελευθεροτυπία). Ο Μπάρτλεμπυ ήρθε στην ζωή μου την στιγμή που έπρεπε να κάνω ένα σημαντικό βήμα. Γοητευμένη από τον «πρωτότυπο» ήρωα του Μέλβιλ, πήρα την απόφαση να την κάνω θέατρο.
Τότε ήταν που γνώρισα από κοντά τον συγγραφέα Μένη Κουμανταρέα, ο οποίος δέχτηκε να εποπτεύσει διακριτικά τη θεατρική διασκευή μου, πάνω στη δική του εξαιρετική μετάφραση και τότε ανέβασα (πρώτη φορά στην Ελλάδα) την παράσταση στην οποία, με δική του προτροπή, έπαιξα τον ομώνυμο ρόλο.
Στην νέα παρουσίαση, διατηρήσαμε το βίαια κωμικό στοιχείο της αρχής του έργου με τους γραφιάδες Τσιμπίδα και Διάνο και τον ονειροπόλο Πιπέρη (το παιδί για όλες τις δουλειές) – που κινούνται στα όρια μιας μπεκετικής κλοουνερί – να μετατρέπεται με αδιόρατο τρόπο σε δραματικό και το παράξενο ον ή «πράγμα» Μπάρτλεμπυ, να γίνεται από ένας φυγόπονος «τσαρλατάνος», μια τραγική μορφή.
Ισχνός, πάμπτωχος γραφέας της Γουόλ Στρητ Μπάρτλεμπυ, με την αντισυμβατική συμπεριφορά του, ανατρέπει την εργασιακή ρουτίνα και γίνεται ένας εφιάλτης, που στοιχειώνει το δικηγορικό γραφείο και την ψυχή του δικηγόρου της Γουόλ Στριτ. Η απάντηση του (σε κάθε παρότρυνση ή διαταγή να αναλάβει τις ευθύνες της εργασίες του) «θα προτιμούσα όχι», που φαίνεται να είναι μια αμετακίνητη συνειδητή θέση, τον οδηγεί σε τραγική κατάληξη, γι’ αυτό μας ενδιαφέρει να αναδείξουμε το απόλυτο κενό, την πλήρη μοναχικότητα, την εγκατάλειψη και την μελαγχολία του, αλλά και την αναταραχή, την παράνοια, τα στάδια της τρέλας που δημιουργεί η αλλόκοτη συμπεριφορά του στο γραφείο και στην συμβατική κοινότητα που τον περιβάλλει.
Τα μυστήρια και γοητευτικά στοιχεία του έργου, η παραδοξότητα, τα αινιγματικά ερωτήματα, οι συμβολισμοί – που είναι ανοιχτοί σε πολλές ερμηνείες και παραπομπές – οι υπαινιγμοί, μια νέα λογική που συλλαμβάνει την οικειότητα ζωής και θανάτου, κάθε λέξη της διάνοιας του Μέλβιλ μας ελκύουν… μας γοητεύουν, μας εμπνέουν, γίνανε καλές αφορμές για να δημιουργήσουμε με φαντασία και χαρά την νέα χειροποίητη παράσταση μας.
Σοφία Φιλιππίδου
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα
Χέρμαν Μέλβιλ (1819 – 1891)
Εμβληματικός Αμερικανός συγγραφέας, γνωστός για τα μυθιστορήματά του με θέματα από την ανοιχτή θάλασσα, από τα οποία ξεχωρίζει το αριστούργημά του «Μόμπι Ντικ» (1851). Ο Χέρμαν Μέλβιλ (Herman Melville) γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη την 1η Αυγούστου 1819. Ήταν το τρίτο από τα οκτώ παιδιά μιας οικογένειας που καταγόταν από τους πρώτους Σκώτους και Ολλανδούς αποίκους της Νέας Υόρκης.
Ο Μέλβιλ ήταν κατά βάση αυτοδίδακτος. Οι ιστορίες της Βίβλου με τις οποίες μεγάλωσε αποτέλεσαν τη βάση της μόρφωσής του, που συμπληρώθηκε από τη μελέτη του για τον Σαίξπηρ. Η τυχοδιωκτική του φύση τον ώθησε το 1841 και για πολλά ακόμη χρόνια να μπαρκάρει ως ναύτης σε φαλαινοθηρικά και πολεμικά καράβια.
Το 1850 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά του “White-jacket” (Τα άσπρα αμπέχονα), στο οποίο περιγράφει τη ζωή του πάνω σ’ ένα πολεμικό πλοίο και κατακρίνει τις βαρβαρότητες και ιδιαίτερα το μαστίγωμα, το οποίο συνηθιζόταν τότε στα σκάφη του αμερικανικού ναυτικού. Η κριτική επαίνεσε το βιβλίο και τη
θαρραλέα στάση του, η οποία βρήκε ισχυρή πολιτική υποστήριξη.
Στις 4 Αυγούστου 1847 ο Μέλβιλ παντρεύτηκε την Ελίζαμπεθ Σο, κόρη του Λέμιουελ Σο, προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Μασαχουσέτης και παιδικού φίλου του πατέρα του. Το ζεύγος Μέλβιλ απέκτησε τέσσερα παιδιά (δύο αγόρια και δύο κορίτσια), ενώ αγόρασαν κι ένα αγροτόσπιτο στο Πίτσφιλντ της Μασαχουσέτης. Εκεί γνώρισε και συνδέθηκε στενά με τον διάσημο συγγραφέα Ναθάνιελ Χόθορν («Άλικο Γράμμα»). Σ’ αυτόν αφιέρωσε ο Μέλβιλ το «Μόμπι Ντικ», το οποίο εκδόθηκε στις 18 Οκτωβρίου 1851 στο Λονδίνο κι ένα μήνα αργότερα στις ΗΠΑ.
Ακολούθησαν και άλλα έργα του, όπως ο «Πιερ» (Pierre, 1852), ένα έντονα αυτοβιογραφικό έργο, που θεωρήθηκε ανήθικο, ο «Χαφιές» (The Confidence-Man, 1857), μια απελπισμένη σάτιρα για μια Αμερική διεφθαρμένη από τα ευτελή όνειρα του κόσμου του εμπορίου. Ήταν και το τελευταίο του μυθιστόρημα που εκδόθηκε εν ζωή. Εκτός από μυθιστορήματα, ο Μέλβιλ έγραψε και διηγήματα, από τα οποία ξεχωρίζουν τα «Μπάρτλεμπυ, ο γραφιάς» (Bartleby, the Scrivener: A Story of Wall Street, 1853) με ατμόσφαιρα που θυμίζει Κάφκα και «Μπενίτο Σερένο» (Benito Cereno, 1855), που επικεντρώνεται σε μια εξέγερση σκλάβων πάνω σ’ ένα ισπανικό πλοίο.
Το 1878 εξέδωσε ένα ποίημά του με 16.000 στίχους σχετικά με την επίσκεψή του στους Αγίους Τόπους. Ο Χέρμαν Μέλβιλ πέθανε στις 28 Σεπτεμβρίου 1891 στη Νέα Υόρκη από καρδιακή διαστολή. Τα βιβλία του είχαν σχεδόν ξεχαστεί απ’ όλους. Μόνο αργότερα, το 1920, ανανεώθηκε το ενδιαφέρον το κοινού για τα έργα του Μέλβιλ. Σήμερα αναγνωρίζεται πλέον ως ένας από τους πιο διάσημους Αμερικανούς συγγραφείς και το βιβλίο του «Μόμπι Ντικ» 1851, θεωρείται ένα από τα καλύτερα έργα του κόσμου