Στη σκηνή του Θεάτρου Καλλιρρόης, για τέταρτη χρονιά, ζωντανεύει ένας από τους πιο βασανισμένους και φωτισμένους δημιουργούς του ελληνικού πνεύματος. Ο «Κοιμώμενος Χαλεπάς, ο Σαλός Άγιος» του Άγγελου Ανδρεόπουλου, σε σκηνοθεσία Αλέξανδρου Λιακόπουλου, δεν είναι απλώς μια θεατρική παράσταση· είναι μια βαθιά κατάδυση στην ψυχή ενός ανθρώπου που έζησε στο μεταίχμιο μεταξύ τρέλας και θείας έμπνευσης.
Ένας μονόλογος που δεν αφηγείται απλώς τη ζωή του σπουδαίου Τηνιακού γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά, την ξεγυμνώνει, τη φωτίζει και την προσφέρει στο κοινό σαν μια βαθιά εξομολόγηση ψυχής.
Ο Γιαννούλης Χαλεπάς, ο «σαλός άγιος» της νεοελληνικής γλυπτικής, υπήρξε μια ιδιοφυΐα που πλήρωσε ακριβά το χάρισμά της. Από την παιδική του ηλικία στην Τήνο, ανάμεσα στα μάρμαρα και τις αυστηρές επιταγές μιας αυταρχικής μητέρας, μέχρι την αναγνώριση και την τελική απομόνωση στο ψυχιατρείο της Κέρκυρας, η ζωή του κινήθηκε ανάμεσα σε δύο κόσμους: τον κόσμο της δημιουργίας και τον κόσμο του πόνου. Το έργο του Ανδρεόπουλου, γεμάτο λυρισμό και ψυχολογικό βάθος, σκιαγραφεί τον Χαλεπά όχι ως μύθο, αλλά ως πληγή ανοιχτή.
Το κείμενο του Άγγελου Ανδρεόπουλου ισορροπεί αριστοτεχνικά ανάμεσα στο ποίημα και το ψυχογράφημα. Με λόγο μεστό, λυρικό αλλά και ωμό, αναδεικνύει τη λεπτή γραμμή ανάμεσα στη μεγαλοφυΐα και την καταστροφή.
Η σχεδόν οριακή ερμηνεία
Ο Γιώργης Κοντοπόδης παραδίδει μια ερμηνεία που διαπερνά το μάρμαρο και τη σιωπή. Δεν «παίζει» τον Χαλεπά· γίνεται ο Χαλεπάς. Η κίνηση του σώματός του, το τρέμουλο, οι διστακτικές αναπνοές, οι εκρήξεις λόγου και παραληρήματος, δημιουργούν μια απόλυτα βιωματική εμπειρία. Με τη φωνή του να σπάει και να γλυκαίνει μέσα σε δευτερόλεπτα, μας μεταφέρει στο σκοτάδι ενός ανθρώπου που πάλεψε να κρατήσει την ψυχή του ζωντανή, ενώ όλοι γύρω του την καταδίκαζαν ως άρρωστη. Είναι μια ερμηνεία οριακή, σχεδόν εξομολογητική — εκεί όπου ο ηθοποιός ακουμπά τα όρια του ίδιου του εαυτού του.
Η σκηνοθεσία του Αλέξανδρου Λιακόπουλου είναι λιτή, σχεδόν ασκητική. Το φως και η σκιά λειτουργούν σαν δύο δυνάμεις που παλεύουν διαρκώς — η λογική και η παραφροσύνη, η δημιουργία και η καταστροφή. Το σκηνικό του Μιχάλη Παπαδόπουλου, ένα δωμάτιο-κελί σε αποχρώσεις του λευκού και του μαύρου, αποπνέει ασφυξία, αλλά και μια παράδοξη αγνότητα. Εκεί, ανάμεσα σε ένα καρεκλάκι ο Χαλεπάς ξαναζεί τα παιδικά του τραύματα, τον ανεκπλήρωτο έρωτά του, την κακοποίηση, τη δημιουργική του εμμονή.
Παράλληλα, τα ηχοτοπία του ίδιου του Άγγελου Ανδρεόπουλου, μέσα από την καθοδήγηση του σκηνοθέτη λειτουργούν ως γέφυρες στην εξέλιξη του έργου, ακολουθούν τις ψυχικές διακυμάνσεις του ήρωα. Εκφράζουν μια δεύτερη φωνή του Χαλεπά και για αυτό είναι άλλοτε μελωδικά και άλλοτε αγωνιώδη.
Η παράσταση, μέσα από την ιστορία του γλύπτη, θέτει το διαχρονικό ερώτημα: πού τελειώνει η ιδιοφυΐα και πού αρχίζει η τρέλα; Και πόσοι άνθρωποι χάθηκαν, επειδή η κοινωνία δεν μπόρεσε να κατανοήσει τη διαφορετικότητά τους; Το έργο γίνεται καθρέφτης μιας εποχής —και ίσως κάθε εποχής— που φοβάται ό,τι δεν χωρά στα μέτρα της.
Ωστόσο, υπάρχει και ένα άλλο ζήτημα, το αμάρτημα των μητέρων που η αγάπη τους γίνεται καταπίεση, αυταρχισμός, με τον ήρωα να καταστρέφεται εξαιτίας της.
Στο τέλος, ο θεατής δεν φεύγει απλώς συγκινημένος· προβληματίζεται.. Γιατί ο Χαλεπάς δεν είναι μόνο μια ιστορική μορφή. Είναι η μνήμη όλων όσων πάλεψαν να μείνουν πιστοί στο όνειρό τους, ακόμα κι αν χρειάστηκε να περάσουν μέσα από την τρέλα για να το καταφέρουν.
Η παράσταση «Κοιμώμενος Χαλεπάς, ο Σαλός Άγιος» παρουσιάζεται κάθε Κυριακή στις 18:15, στο Θέατρο Καλλιρρόης.
Μια θεατρική εμπειρία που δεν αφήνει κανέναν αδιάφορο, γιατί μιλά για το πιο ανθρώπινο από όλα: την ανάγκη να είσαι ο εαυτός σου, όποιο κι αν είναι το τίμημα.