Θα μπορούσε η κριτική να ξεκινήσει και να τελειώσει με την λέξη ΠΑΡΑΣΤΑΣΑΡΑ, μονο αυτό χωρίς αναλύσεις και με μια προτροπή ΝΑ ΠΑΤΕ ΝΑ ΤΟ ΔΕΙΤΕ.
Αλλά δεν θα μπορούσα να μην δώσω περισσότερο χρόνο σε αυτό το άρθρο, τόσο οσο χρειάστηκε για να “ξεχαστώ” …
Υπάρχουν έργα για να μας θυμίζουν. Όχι με τη γλυκιά νοσταλγία μιας ανάμνησης, αλλά με τη βίαιη επαναφορά μιας αλήθειας που συχνά βολεύει να ξεχνάμε.
Η θεατρική μεταφορά του εμβληματικού λόγου του Χρόνη Μίσσιου, “Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς”, σε σκηνοθεσία της Σοφίας Καραγιάννη, είναι ακριβώς αυτό: μια αναγκαία, σχεδόν σωματική, θεατρική εμπειρία που αρνείται να αφήσει τον θεατή αλώβητο.
Η παράσταση δεν επιχειρεί απλώς να δραματοποιήσει τις σελίδες ενός αυτοβιογραφικού κειμένου.
Αντιθέτως, καταφέρνει να αποστάξει την πεμπτουσία του: τον αγώνα για τη διατήρηση της ανθρωπιάς μέσα σε συνθήκες απόλυτης κτηνωδίας.
Η σκηνοθεσία της Καραγιάννη είναι ευφυώς λιτή και απόλυτα στοχευμένη. Απογυμνώνει τη σκηνή από κάθε περιττό στοιχείο, αφήνοντας μόνο τέσσερα σώματα ηθοποιών να κουβαλήσουν το βάρος της ιστορίας, των βασανιστηρίων, της εξορίας, αλλά και της αδιαπραγμάτευτης συντροφικότητας.
Αυτή η επιλογή δεν είναι αισθητική· είναι βαθιά πολιτική. Μετατρέπει τον χώρο σε ένα διαρκές κελί, έναν τόπο μαρτυρίου, όπου ο λόγος του Μίσσιου ακούγεται καθαρός, κοφτερός και τρομακτικά επίκαιρος.
Οι τέσσερις ερμηνευτές Ιωσήφ Ιωσηφίδης, Κωνσταντίνος Πασσάς, Δημήτρης Μαμιός και Γιάννης Μάνθος δεν υποδύονται απλώς ρόλους. Με μια εκπληκτική σωματικότητα και μια αδιάκοπη εναλλαγή προσώπων, γίνονται οι φορείς μιας συλλογικής μνήμης. Ενσαρκώνουν τον κρατούμενο, τον βασανιστή, τον σύντροφο, τον ίδιο τον Μίσσιο σε διαφορετικές ηλικίες, αποδεικνύοντας πως ο αγώνας για την ελευθερία ήταν μια μάχη πολλών. Οι ερμηνείες τους είναι έντονες χωρίς να γίνονται μελοδραματικές, σκληρές αλλά ποτέ κυνικές, αποδίδοντας με σεβασμό την ωμότητα των γεγονότων αλλά και την εσωτερική φλόγα που αρνείται να σβήσει.
Το “Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς” δεν είναι μια εύκολη παράσταση. Δεν προσφέρει παρηγοριά. Αντιθέτως, σε πιάνει από τον λαιμό και σε αναγκάζει να αναμετρηθείς με το ερώτημα: τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος; Πώς αντιστέκεσαι όταν όλα γύρω σου καταρρέουν;
Φεύγοντας από το θέατρο, νιώθεις το βάρος της ιστορίας. Είναι μια υπενθύμιση ότι, ακόμα και στο πιο βαθύ σκοτάδι, η αλληλεγγύη και η πίστη στην αξιοπρέπεια μπορούν να κρατήσουν μια ψυχή ζωντανή.