15 Χρόνια Δίσκοι – µια γιορτή που έγινε δική µας!
Υπάρχουν κάτι βράδια που δεν τα βάζεις εύκολα σε λέξεις. Όχι γιατί δεν ξέρεις τι έζησες, αλλά γιατί δεν χωράει σε συλλαβές το χαµόγελο, η συγκίνηση και το λίγο µούδιασµα που σου µένει µετά. Αυτό ήταν το χθεσινό live του Σπύρου Γραµµένου στην Τεχνόπολη.
Γιορτινός, ζωντανός, µε τη µπάντα του, τους δίσκους του, την πρόζα του που σε πιάνει πάντα απ’ το λαιµό, και –κυρίως– µε τους καλεσµένους του, που έδωσαν ο καθένας το δικό του άρωµα στη βραδιά. Από τον πάντα τρυφερό Φοίβο Δεληβοριά, τα Καλογεράκια που φέρνουν µαζί τους µια αθωότητα µε σπίθες τον Jerome Kaluta µε το groove του, µέχρι την καθηλωτική Μαρία Παπαγεωργίου, την Μιρέλα Πάχου, την απρόβλεπτη Νεφέλη Φασούλη, τον Δηµήτρη Μητσοτάκη, τον Κωνσταντίνο Πουλή, τον Ζακ Στεφάνου, τον Polko µε το θυµό και την αλήθεια του, και φυσικά την Ελένη Τσαλιγοπούλου που µας έδωσε εκείνο το «να µε προσέχεις» που όλοι κρυφά γυρεύουµε. – και λίγοι το βρίσκουµε.
Οι στιγµές της βραδιάς, που σίγησαν την αρένα της Τεχνόπολης, ανήκουν στον Polko, που έστειλε ένα ηχηρό µήνυµα για την Γενοκτονια στη Γάζα, µέσα από το εφηβικό, και ακάθαρτο πάθος του, την Μαρία Παπαγεωργιου, που µάγεψε στην “Ψυχή, και φυσικά την Ελένη Τσαλιγοπούλου στο “Λύκου κραυγή” να απαγγέλει τους στίχους της Ελένης Κωστοπούλου για τον Ζακ.
Συγκίνηση και ροµαντισµός, στο καντράν της ταχύτερης εποχής που ζούµε – εκεί που τίποτα δεν προλαβαίνουµε, έρχονται στιγµές να µας παγώσουν στην καθηµερινότητα και να µας αφήσουν καθηλωµένους για µια στιγµή στην ουσία.
Ήταν µια γιορτή, αλλά και µια µικρή επανάσταση. Ο Γραµµένος έχει αυτό το χάρισµα: δεν βγαίνει να εντυπωσιάσει, ούτε να «παίξει» τον καλλιτέχνη. Βγαίνει και σου θυµίζει γιατί αγαπάς τη µουσική, γιατί αγαπάς να µοιράζεσαι τις ίδιες λέξεις και τις ίδιες σιωπές µε τόσους άλλους γύρω σου.
Και µετά; Μετά µένει η εικόνα: ποιον είχες δίπλα σου, τι ποτό κρατούσες στο χέρι, και τι συναισθήµατα µάζεψες να τα πας µαζί σου στο σπίτι. Αυτό είναι που µένει πάντα. Και αυτό είναι που κάνει τον Γραµµένο τόσο αυθεντικό: χτίζει έναν κόσµο που είναι δικός του, αλλά για ένα βράδυ –ίσως και για πάντα– γίνεται και δικός µας.
Για επίλογο, κρατάω το μοίρασµα της βραδιάς ανάµεσα σε γενιές. Μπορεί να φανεί κάπως υπερβολικό, αλλά µε την εµπειρία µου σε µουσικά δρώµενα ανά τους καιρούς, οµολογώ πως τόσο διάσπαρτες ηλικίες µαζεµένες δύσκολα συναντιούνται γύρω από έναν µόνο καλλιτέχνη.
Έναν καλλιτέχνη που δεν µετακινεί την καλλιτεχνική του υπόσταση για τον αριθµό των εισιτηρίων. Και αυτό, πραγµατικά, όχι µόνο µε εντυπωσιάζει, αλλά µου δίνει την ελπίδα ότι είµαστε πολύ κοντά στη στιγµή της συνειδητοποίησης του παρόντος.
Ω να σου…